Του Σταύρου Χριστακόπουλου

Η πρόθεση της Shell να αποσύρει κεφάλαιά της από την ευρωζώνη με κατεύθυνση αμερικανικές τράπεζες, προκειμένου να τα προστατεύσει από τον ευρωπαϊκό πιστωτικό κίνδυνο, είναι ένα ηχηρό καμπανάκι εν όψει του φθινοπώρου. Η κλιμάκωση της κρίσης του ευρώ εκείνη την εποχή, την οποία πολλοί πλέον θεωρούν βέβαιη, προκαλεί φόβο πριν ακόμη εκδηλωθεί και τέτοιες κινήσεις οικονομικών κολοσσών μπορούν να μεταβάλουν την πρόβλεψη σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία.

Σύμφωνα με την ανακοίνωσή της η κορυφαία πετρελαϊκή εταιρεία «αναγκάζεται να κρατήσει κάποια από τα κεφάλαιά της στην Ευρώπη προκειμένου να χρηματοδοτήσει τις δραστηριότητές της, ωστόσο θα αποσύρει και θα διατηρήσει το μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων της εκτός ευρωζώνης για να αποφύγει τους κινδύνους».

Ωστόσο τα ποσά που αναμένεται να κατατεθούν κυρίως σε αμερικανικές τράπεζες, μη εκτεθειμένες στο ευρωσύστημα, ώστε να διασφαλιστεί πως δεν θα πληγούν από μια κλιμάκωση της κρίσης, αναμένεται να φτάσουν έως τα 15 δισ. λίρες.

Παρότι όμως η εκρηκτική ύλη συσσωρεύεται στα θεμέλια του ευρωσυστήματος, η ηγεσία του δεν φαίνεται να αφυπνίζεται – και μάλλον εξαντλείται προς το παρόν σε δημόσιες πλην άσφαιρες διαμάχες μεταξύ Βορείων και Νοτίων Ευρωπαίων.

Σε ένα τέτοιο πλαίσιο η Ελλάδα φαίνεται να απασχολεί όλο και λιγότερο τους ευρωκρατούντες, αφού η αίσθηση πως η χώρα μας είναι ένα «καμένο χαρτί» δείχνει εδραιωμένη στην πλειονότητα των κυβερνητικών κλιμακίων των εταίρων και δανειστών της Ελλάδας. Η στάση τους ως προς το ελληνικό θέμα δείχνει να εδράζεται πάνω σε κάποιες κοινές για όλους παραδοχές:

● Τα προγράμματα δημοσιονομικής «προσαρμογής» είναι εντελώς αποτυχημένα, όποια ερμηνεία κι αν δίνει ο καθένας για τα αίτια της αποτυχίας.

● Η οικονομική αποδιάρθρωση της Ελλάδας θα συνεχιστεί και θα επιταθεί, αφού κανένας δεν δείχνει διατεθειμένος να αλλάξει τις εγκληματικές συνταγές των μνημονίων.

● Οι αξιολογηθείσες ως σημαντικότερες πηγές χρηματοδότησης των ελλειμμάτων (αύξηση της φορολογίας, πάταξη της φοροδιαφυγής, ξεπούλημα της εθνικής περιουσίας) είναι πλήρως ανεπαρκείς, επομένως πλέον το χρήμα θα λεηλατείται στον κεντρικό κορβανά του κράτους, με τεράστιες περικοπές δημοσίων δαπανών, οι οποίες θα ολοκληρώσουν την καταστροφή από την ύφεση.

● Ακόμη και τα μέτρα «εξοικονόμησης» των 11,5 δισ. (τώρα) ή των 3 ή 5 δισ. (αργότερα) θα είναι, σε μεγάλο βαθμό, αδύνατον να αποδώσουν το ζητούμενο χρήμα, άρα το αδιέξοδο θα παραμείνει τόσο για την ελληνική συγκυβέρνηση και για τους ίδιους τους τροϊκανούς.

● Η «ανάπτυξη» είναι μια φενάκη, αφού και παράγοντες της τρόικας αναγνωρίζουν πλέον πως οι «διαρθρωτικές αλλαγές» δεν είναι σε θέση να πυροδοτήσουν την οικονομία.

● Το δημόσιο χρέος είναι πρακτικά αδύνατον να μειωθεί μέσω της εκτέλεσης των δανειακών συμβάσεων και των μνημονίων τους και, συνεπώς, η μόνη άλλη «διέξοδος» είναι μια ακόμη ελεγχόμενη χρεοκοπία (η προηγούμενη ήταν το περίφημο PSI), η οποία αυτή τη φορά θα θίξει και τους θεσμικούς και όχι μόνο τους ιδιώτες δανειστές του Ελληνικού Δημοσίου.

Με ένα τέτοιο πλαίσιο στο τραπέζι, η επικοινωνιακή διαχείριση που κάνει η τρόικα κατά τις τρέχουσες (υποτιθέμενες) διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση είναι εξαιρετικά προσεκτική. Το μόνο πραγματικό ζητούμενο είναι η εξασφάλιση λίγου ακόμη χρόνου ώστε να αποφασιστούν οι λεπτομέρειες της επόμενης χρεοκοπίας, όπως η έκτασή της, αλλά και η διαχείριση της Ελλάδας στην προοπτική των επόμενων χρόνων.

Κοινώς ακόμη μια φορά το φθινόπωρο θα ζήσουμε το γνώριμο θρίλερ της παραμονής ή της εξόδου της χώρας μας από το ευρωνόμισμα. Δυστυχώς όμως θα το περάσουμε και αυτό με την ελληνική πλευρά εξαιρετικά αποδυναμωμένη ως προς τη διαπραγματευτική της θέση, για τους λόγους που κατ’ επανάληψη έχουμε περιγράψει. Με πρώτον και κύριο την ανικανότητα του συστήματος εξουσίας να διαμορφώσει ένα σχέδιο εθνικής επιβίωσης.

topontiki.gr